Στήν
μεγάλη σωρεία τῶν ὁσίων καί τῶν ἀσκητῶν τῆς Σκήτης ἦλθε νά καταταγεῖ καί ὁ Ἅγιος
Θεοφάνης. Γεννήθηκε στά Γιάννενα μετά τό 1590. Ἀπό νέος ἔφυγε γιά τό Ἅγιον Ὅρος
καί κατατάχθηκε στήν συνοδεία τῆς Μονῆς τοῦ Δοχειαρίου, ἀπό τά πρῶτα
παραθαλάσσια μοναστήρια πού ἀντικρίζει κανείς.
Διατηρώντας
ὅσο περισσότερο μποροῦσε καθαρό τόν νοῦ του ἀπό τίς διαστροφές τοῦ δαίμονα,
γλύκανε τήν ψυχή του μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, μεριμνώντας περισσότερο πώς νά σώσει
τήν ψυχή του, παρά τό τί θά φάει καί θά πιεῖ. Κι ἡ ἀρετή αὐτή πού σχεδόν πάντα,
ὅσο ἀποζητᾶς νά κρυφτεῖς τόσο σέ φανερώνει, τόν φανέρωσε στούς ἀδελφούς πού τόν
κατέστησαν ἡγούμενό τους μετά τήν κοίμηση τοῦ προηγουμένου γέροντά τους. Ὁ Ἅγιος
τοῦτος, καί σάν ἡγούμενος, ἔλαμπε λές, ἀπό τήν ἐφαρμογή τῆς ἀρετῆς καί τοῦ
θείου θελήματος. Πιστός στή δικαιοσύνη καί τήν στοργική πατρική ἀγάπη πρός ὅλα
τά τέκνα πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός γιά νά τά βάλει στόν Παράδεισο!
Σέ
κάποια ἀπό ἐκεῖνα τά εὐλογημένα χρόνια, ἡ ἀδελφή του Ἁγίου, ἔστειλε γράμμα ἐκδιηγούμενη
τή συμφορά πού τήν βρῆκε. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν ἁρπάξει τόν γιό της καί τόν εἶχαν
πάει στήν Κωνσταντινούπολη μέ σκοπό βέβαια νά τόν κάνουν γενίτσαρο. Τότε ὁ Ἅγιος,
ἀνησυχώντας γιά τόν ἀνηψιό του, μπῆκε στόν κόπο καί πῆγε στήν Πόλη. Πράγματι ἐκεῖ
τόν βρῆκε, εὐτυχῶς προτοῦ τόν ἀλλαξοπιστήσουν. Ἔκαμε μεγάλες προσπάθειες καί
τελικά κατόρθωσε νά τόν ἐλευθερώσει καί νά τόν πάρει μαζί του.
Ἔτσι
γύρισαν στό Ἅγιον Ὅρος καί ἀφοῦ κράτησε τόν ἀνηψιό του σέ δοκιμασία, τόν
κούρεψε μοναχό. Ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἔδειχνε νά ἐνοχλεῖται γιά τόν ἀνηψιό τοῦ
Ἁγίου, φοβούμενοι πώς οἱ Τοῦρκοι θά ἔκαναν ἐκδίκηση. Ἔτσι ξεκίνησε διχόνοια στή
συνοδεία, μισοί τό ἀφῆναν στό θέλημα τοῦ Θεοῦ κι ἄλλοι μισοί φοβόντουσαν τούς
Τούρκους! Ὁ Ἅγιος ἀποφάσισε νά βάλει τέλος στό πρόβλημα... Πῆρε τόν ἀνηψιό του
κι ἔφυγαν γιά τή Θεσσαλονίκη κι ἀπό κεῖ στή Βέροια, πιθανότατα μέ σκοπό νά πᾶνε
στά Γάννενα, ἀπ'ὅπου κατάγονταν.
Στή
Βέροια συγκινήθηκαν μέ ὅσα ἄκουσαν γιά τή Σκήτη κι ἀποφάσισαν νά τήν ἐπισκεφτοῦν.
Διέμειναν στήν Μονή τοῦ Προδρόμου, καί καθώς εὐαρεστήθηκαν, ἀποφάσισαν νά
μείνουν. Ἔγιναν γρήγορα ἀγαπητοί, Ἔτσι πού τούς δέχθηκαν οἱ πατέρες καί σύντομά
τους δώσαν εὐλογία νά κτίσουν ἕνα κάθισμα -δηλαδή μονύδριο- κοντά τους γιά νά
τούς ἀπολαμβάνουν καί νά ὠφελοῦνται πνευματικά. Δέκα λεπτά πιό χαμηλά, ἀπό τή
Μονή Προδρόμου πρός τό ποτάμι, ἔκτισε ὁ Ἅγιος Θεοφάνης τό κάθισμα στό ὄνομα τῆς
Παναγίας. Μαζί του βρισκΌταν κι ὁ ἀνεψιός του, ἀλλά σύντομα μαζεύτηκαν κι ἄλλοι
ὑποτακτικοί. Ἐπειδή εἶχαν αὐξηθεῖ ἀρκετά, ἔπρεπε νά βροῦν κάποιο μεγαλύτερο χῶρο
νά στεγαστοῦν. Ἡ Σκήτη ὅμως τῆς Βέροιας ἦταν γεμάτη -50 ἀδελφότητες κοσμοῦσαν
τήν κοιλάδα καί ὅλα τά σημεῖα ἦταν κατειλημμένα.
Ὁ
Ἅγιος διαπίστωσε πώς ὑπάρχει κατάλληλο μέρος κοντά στή Νάουσα καί πηγαίνοντας ἐκεῖ
ἀνέγειρε τήν Μονή τῶν Ταξιαρχῶν. Πηγαινοέρχονταν μία στή Σκήτη μία στή Νάουσα.
Κατά τό κτίσιμο, ὁ πρωτομάστορας δέν ἐνέκρινε τόν τόπο οἰκοδομῆς τῆς Μονῆς. Ἀλλά
ὁ Ἅγιος ζήτησε σημάδι ἀπό τούς Ἀρχαγγέλους καί τό ἔλαβε. Τοποθέτησαν τά σχέδια
σ'ἕνα σημεῖο κι εἶπαν πώς ὅπου τά μεταθέσουν οἱ Ἀρχάγγελοι, ἐκεῖ νά κτισθεῖ καί
τό μοναστήρι. Κι ὄντως τά σχέδια βρέθηκαν στό σημεῖο πού πρότεινε ὁ Ἅγιος
Θεοφάνης. Μίαν ἄλλη φορᾶ μία ἀρκούδα κατασπάραξε τό γαϊδουράκι πού κουβαλοῦσε
τά ὑλικά γιά τό κτίσιμο. Κι ὁ Ἅγιος, τόσο σπουδαῖος ἦταν, ἔζεψε τήν ἀρκούδα στή
θέση τοῦ ὑποζυγίου. Ἐνόσο ὁ Ἅγιος ἔκτιζε τό μοναστήρι, εἶχε χειροθετήσει ἡγούμενο
στήν Μονή τοῦ Προδρόμου τόν ἀνεψιό του.
Ἔτσι
πέρασε τά ἑπόμενα χρόνια της ζωῆς τοῦ πάντα πηγαινοερχόμενος στή Σκήτη καί στήν
Μονή τῶν Ἀρχαγγέλων τῆς Νάουσας. Ὅταν γέρασε ἀρκετά, ἀπομονώθηκε στό κάθισμα τῆς
Παναγίας στή Σκήτη. Ἐκεῖ ἐξέπνευσε ἀπό τόν μάταιο τοῦτο καί ἀπατηλό κόσμο καί ἀνῆλθε
πανηγυρικά στά Οὐράνια στίς 19 Αὐγούστου. Ἐδῶ ἐτάφη κατά τά ἔθη τῆς μοναχικῆς
τάξεως. Μετά τήν ἐκταφή του κι ἔχοντας, οἱ Πατέρες, βεβαιότητα γιά τήν ὁσιότητά
του βίου του, ἐκόσμησαν τήν κάρα του μέ ἀργυρή περίτεχνη θήκη καί τήν
τοποθέτησαν μαζί μέ τά ἄλλα ἱερά λείψανα τῆς Μονῆς τοῦ Προδρόμου. Τά ὑπόλοιπα ὀστᾶ
ξανατάφηκαν καί ἐπάνω τους κατασκευάστηκε ἕνα προσκυνηματικό μνημεῖο.
Ὅταν
μετά ἀπό αἰῶνες οἱ Τοῦρκοι κατέστρεψαν τή Σκήτη, γκρεμίστηκε τό κάθισμα τῆς
Παναγίας, ἀλλά καί τό μνῆμα τοῦ Ἁγίου παραχώθηκε μέσ' τά συντρίμμια. Στίς ἀρχές
τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ἡ κάρα τοῦ Ἁγίου κλάπηκε ἀπό Ναουσαίους πού ἤθελαν νά τήν ἔχουν
στή πόλη τους. Τό μνῆμα τοῦ Ἁγίου ἀνοίχθηκε τό 1926 καί τά ὀστᾶ τοῦ (περίπου 60
τμήματα) τοποθετήθηκαν στό Ἅγιο Βῆμα τῆς Μονῆς Προδρόμου. Σήμερα σώζονται μόνον
λίγα τεμάχια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου