Ὅπως
ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν παρομοιάστηκε μέ δέκα παρθένους, ὅπως λέει τό στόμα τοῦ
Χριστοῦ στή νέα διαθήκη τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι καί δέκα γυναῖκες πού ἔγιναν ὅμοιες
μέ ἀντρικό σχῆμα, συνέτριψαν τά ὄπλα τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου. μία ἀπό αὐτές
τίς δέκα ἦταν καί ἡ ἁγία Θεοδώρα.
Καταγόταν ἀπό τήν πόλη τῆς Ἀλεξάνδρειας καί ἔζησε
στά χρόνια του Βασιλιᾶ Ζήνωνα (472)? ἀφοῦ συζεύχτηκε νόμιμα μέ ἄντρα, ζοῦσε μία
ζωή μέ τάξη καί χωρίς νά δίνει δικαιώματα γιά κατηγορίες. Ἐπειδή ὅμως ἀπό τό
φθόνο τοῦ μισόκαλου διαβόλου ἔπεσε κρυφά σέ μοιχεία, ἀποφάσισε νά ζητήσει καί
νά βρεῖ τή σωτηρία της. Ἔτσι, ἀφοῦ ἄκουσε τά Εὐαγγελικά λόγια, μέ τά ὁποῖα
διδάσκει ὁ Κύριος ὅτι δέν ὑπάρχει κανένα κρυφό, τό ὁποῖο νά μή γίνει φανερό ἀργότερα,
«Οὐκ ἔστι κρυπτόν, ὁ οὐ φανερόν γενήσεται» (Λούκ. η΄, 17) ? χάρη σέ αὐτό, ἐπειδή
στοχάστηκε τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, τήν ὁποία ἔκανε, σιχάθηκε αὐτή τήν ἁμαρτία
σάν ἕνα σίχαμα καί μία ἀκαθαρσία? πέταξε λοιπόν τή γυναικεία ἐνδυμασία καί πῆρε
τό ἀγγελικό σχῆμα τῶν μοναχῶν, καί ἀντί γιά Θεοδώρα, ὀνομάζεται Θεόδωρος. Καί ἀφοῦ
μετέβη σέ ἀνδρικό μοναστήρι, μετανοοῦσε καί ἔκλαιγε τήν ἁμαρτία της.
Καί
ἀφοῦ πέρασε ἡ μακαρία δύο ὁλόκληρα χρόνια κοπιάζοντας μέ βαριές δουλειές καί μέ
ἀγώνα νά σηκώνει τά ἀναγκαία πράγματα τοῦ μοναστηριοῦ, ἀπό φθόνο τοῦ ψυχοφθόρου
διαβόλου συκοφαντήθηκε ἀπό μερικούς κακότροπους ὅτι ἐπόρνευσε μέ μία γυναίκα? ἔπειτα
αὐτοί ἔφεραν ἕνα βρέφος καί τό ἔριξαν ἔξω σήν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ,
συκοφαντώντας ψευδῶς, ὅτι ἦταν δικό της. Καί γιά χάρη του, ἡ ἀοίδιμος Θεοδώρα
δέχτηκε τή συκοφαντία αὐτή σάν ἀληθινή καί πῆρε τό βρέφος καί τό ἀνέτρεφε σάν
νά ἦταν δικό της? γιατί ἐπιδίωκε ἡ τρισόλβια νά κρύψει τόν ἑαυτό της, ὅτι ἦταν
γυναίκα κατά φύση? καί ἀφοῦ ἔκανε ὑπομονή ἔξω ἀπό τό μοναστήρι γιά τήν ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ καί γιά κανόνα τῆς ἁμαρτίας τῆς ἑπτά ὁλόκληρα χρόνια, παλεύοντας μέ τό
κρύο του χειμώνα, μέ τή ζέστη τοῦ καλοκαιροῦ καί μέ τό χῶμα γιά προσκέφαλο,
μόλις καί μετά βίας ὕστερα ἀπό ὅλα αὐτά, μπῆκε μέσα στό μοναστήρι.
Ἀπό
τότε λοιπόν, ἀφοῦ ἔκανε ξερακιανό τό σῶμα της μέ συχνές προσευχές, μέ κόπους,
μέ ὁλονύκτιες στάσεις καί ἀγρυπνίες καί ἀφοῦ κατανόησε τήν κληρονομία τῆς
Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἔφτασε σέ ἐκεῖνο τό σκοπό καί τό τέλος, τό ὁποῖο ἀγαποῦσε:
διότι ἀληθινά φοβερό θαῦμα ἀκολούθησε τήν ἁγία αὐτή, τό ὁποῖο ποιός νά μή
θαυμάσει; Ἐπειδή αὐτή ἦταν γυναίκα κατά φύση, ἔζησε μαζί μέ ἄνδρες χωρίς νά ἀναγνωρισθεῖ.
Καί ἐνῶ βρισκόταν στό μέσο τοῦ σταδίου τῆς ἄσκησης, ἀγωνίζονταν σάν ἕνας ἀπό
τούς ἄνδρες, λάμποντας ἀσκητικά σάν μέγας φωστήρας. Γιά αὐτό, φορτωμένη ἀπό
τούς ἄξιους μισθούς τῶν κόπων της, ἀνέβηκε μέ χαρά πρός τόν ποθητό της νυμφίο
Χριστό? κι οἱ μοναχοί βλέποντας τό παράδοξο αὐτό θαῦμα ἔκαναν στήν ἄκρη καί
δόξαζαν τόν Θεό.
Γιά
τήν ὁσία αὐτή Θεοδώρα γράφεται στόν Παράδεισο τῶν πατέρων ὅτι εἶπε τό ἀξιόλογο
αὐτό ἀπόφθεγμα: ὅτι δέν σώζει τόν ἄνθρωπο, οὔτε ἡ ἄσκηση, οὔτε ἡ ἀγρυπνία, οὔτε
κανείς ἄλλος κόπος, παρά ἡ γνήσια ταπεινοφροσύνη. Διότι ἦταν κάποτε ἕνας ἀναχωρητής
καί ἐδίωκε δαιμόνια? καί τά ρωτοῦσε αὐτά μέ ποιά ἀρετή βγαίνουν ἀπό τούς ἀνθρώπους,
ἔτσι, μέ τή νηστεία βγαίνετε; Καί ἀπαντοῦσαν τά δαιμόνια? ἐμεῖς ποτέ δέν τρῶμε,
οὔτε πίνουμε? μέ τήν ἀγρυπνία βγαίνετε; Καί ἀπαντοῦσαν? ἐμεῖς ποτέ δέν
κοιμόμαστε? μέ τήν ἀναχώρηση καί τήν ἐρημία βγαίνετε; Κι ἐκεῖνα ἀποκρίνονταν? ἐμεῖς
στήν ἀναχώρηση καί τήν ἐρημία βρισκόμαστε? μέ ποιά, τούς εἶπε, ἀρετή βγαίνετε;
Καί ἀπάντησαν, ἐμᾶς καμιά ἀρετή δέ μᾶς νικᾶ, παρά μόνο ἡ ταπεινοφροσύνη? ἐπειδή
αὐτή εἶναι ὁ νικητής τῶν δαιμόνων. Εἶπε πάλι ἡ ἴδια, ὅτι ἦταν ἕνας μοναχός πού
καθόταν στήν ἔρημο στό κελλί του? κι ἐπειδή κουράστηκε ἀπό τό πλῆθος τῶν
πειρασμῶν, πού τοῦ προξενοῦσε ὁ διάβολος, εἶπε? ἄς φύγω ἀπό ἐδῶ γιά νά γλυτώσω.
Καί ὅταν ἑτοίμαζε τά ὑποδήματά του γιά νά φύγει, βλέπει ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος
φοροῦσε κι ἐκεῖνος τά ὑποδήματά του (ἦταν ὁ διάβολος) καί λέει στόν μοναχό· ἐσύ
φεύγεις ἀπό ἐδῶ γιά μένα, ἀλλά κοίτα καί ἐγώ, ὅτι προλαβαίνω καί ἑτοιμάζομαι νά
πάω μπροστά, ὅπου ἐσύ πηγαίνεις.
Ἀπολυτίκιον τῆς Ὁσίας Θεοδώρας
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως
Δῶρον
ἔνθεον, ἠγιασμένον, Θεῶ ἤνεγκας, τήν βιοτήν σου, Θεοδώρα Ὁσία πανεύφημε. τῆς
μετανοίας τό πῦρ γάρ ἐμφαίνουσα, μέσον ἀνδρῶν φιλοσόφως διέλαμψας. ὅθεν
πρέσβευε, ἀπαύστως τῷ σέ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἠμίν τό μέγα ἔλεος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου