Ἡ
ἁγία του Χριστοῦ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δοξάζεται, χαίρεται καί καυχᾶται ὡς
φιλόστοργη μητέρα, ὄχι μόνο μέ τούς παλαιούς μάρτυρες τῆς πίστεως, ἀλλά καί μέ
τούς νέους, τούς λεγόμενους Νεομάρτυρες.
Ἡ μεγαλύτερη τιμή πού γίνεται στούς
Νεομάρτυρες κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη εἶναι ἡ μίμηση τοῦ ἔργου τοῦ
Χριστοῦ καί ἡ ὑπομονή στό μαρτύριο γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. «Τιμή μάρτυρος,
μίμησις μάρτυρος» λέει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀνταποκρινόμενος στό Εὐαγγελικό
χωρίο «ὅς δ' ἄν ἀπολέσει τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὐρήσει αὐτήν»
1.
Οἱ Νεομάρτυρες μέ τό μαρτύριό τους ἀπέδειξαν ἔμπρακτα τήν πίστη καί τήν ἀγάπη
τους στόν Τριαδικό Θεό καί μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρικοῦ τους θανάτου εὐαρέστησαν
τόν Χριστό, παρηγόρησαν τούς ἐν θλίψει ἀδελφούς, λύπησαν τούς ἀλλόθρησκους καί
χαροποίησαν τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία στερεώθηκε μέ τό αἷμα τους.
Τά
λείψανά τους, ἀποκτώμενα μέ διαφόρους τρόπους ἀπό τόν λαό, φυλάσσονταν ὡς
κειμήλια σέ τόπους ἱερούς καί λιτανεύονταν σέ κάθε εὐκαιρία γιά τήν στήριξή
του, ἐκζητώντας τήν μεσιτεία τους καί τόν ἀνακαινισμό ὅλης της ὀρθοδόξου
πίστεως.
Οἱ
Νεομάρτυρες, ἄν καί ἀνήκουν στόν συνήθη τύπο τῶν χριστιανῶν, παρουσιάζουν ἀκέραιο
χαρακτήρα, ἐκκλησιαστικό φρόνημα, πίστη σταθερή στόν Θεό, θαρραλέα ὁμολογία ἐνώπιον
τῶν διωκτῶν τους καί διαπρύσια διακήρυξη τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ
2.
Ἐπεδείκνυαν ἀξιοθαύμαστη εὐψυχία κατά τήν διάρκεια τῶν ἐξαντλητικῶν ἀνακρίσεων ἐνώπιον
τῶν ἀνακριτῶν τους, ἀλλά καί καρτερικότητα ἀπέναντι στά σκληρά βασανιστήρια, τά
ὁποῖα προκαλοῦσαν τό θαυμασμό τῶν λοιπῶν χριστιανῶν. Γιά τήν ἀγάπη καί τήν
πίστη τους στό Χριστό ὑπομένουν μέ χαρά «δεσμωτήρια καί δεσμά καί συκοφαντίας
καί ἐξορίας καί ἄλλας ταλαιπωρίας ἁπάσας»
3.
Ἡ τοπική Ἐκκλησία τῶν Σερρῶν στά πλαίσια τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ τρέχοντος ἔτους
2008, ὡς ἔτους τοῦ ἁγίου ἔνδοξου νεομάρτυρος Νικήτα τοῦ ὁμολογητοῦ, μέ ἀφορμή
τήν συμπλήρωση διακοσίων ἐτῶν ἀπό τῆς μαρτυρικῆς κατά Θεόν τελειώσεώς του στήν
πόλη τῶν Σερρῶν τό βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου (4 Ἀπριλίου) τοῦ 1808,
πραγματοποιεῖ, καθ' ὅλο τό ἔτος, σειρά πνευματικῶν καί λατρευτικῶν ἐκδηλώσεων, ἀνάμεσα
στίς ὁποῖες ἐξέχουσα θέση κατέχουν τά ἐγκαίνια τοῦ νέου Ἐκκλησιαστικοῦ
Κειμηλιαρχείου τῆς «Ψυχῆς Ἄκος» καί τά ἐγκαίνια τοῦ μεγαλοπρεποῦς καί
περίλαμπρου Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικήτα τοῦ Νέου στήν πόλη τῶν Σερρῶν, πού
πραγματοποιήθηκαν ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σερρῶν καί Νιγρίτης κ.
Θεολόγο καί μέ τήν συμμετοχή πλειάδος Σεβασμιωτάτων ἁγίων Ἀρχιερέων, στίς 13 Ἀπριλίου
καί 3 Μαΐου ἀντίστοιχα. Ἔργο, ἐπίσης, τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερρῶν καί
Νιγρίτης κ. Θεολόγου ἀποτελεῖ ἡ σύσταση καί λειτουργία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος
ὑπό τήν ἐπωνυμία «Ἐπικοινωνιακό καί Μορφωτικό Ἵδρυμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σερρῶν
καί Νιγρίτης ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νέος», ἡ ἀφιέρωση τοῦ ἐγκολπίου ἡμερολογίου στόν
Ἅγιο Νικήτα καί ἡ ἔκδοση παιδικοῦ εἰκονογραφημένου λογοτεχνικοῦ βιβλίου μέ
τίτλο «ὁ Ἅγιός μας».
Ὁ
ἅγιος Νεομάρτυρας Νικήτας ἔγινε γνωστός τό 1940, ὅταν ὁ Σερραῖος στήν καταγωγή
Δημοσθένης Μέλφος ἐντόπισε τό ὑπ’ ἀριθμ. 5713 (206) χειρόγραφο στήν ἀθωνική Ἱερά
Μονή Ἁγίου Παντελεήμονος καί ἐξέδωσε τό μαρτύριο καί τήν ἀκολουθία τοῦ ἁγίου. Ἀργότερα,
ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Σερρῶν καί Νιγρίτης Κωνσταντῖνος Καρδαμένης
(1967-1984) σέ ἀλληλογραφία πού εἶχε μέ τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης
Λαύρας καί μέ τόν Δίκαιό της Σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννης ζητοῦσε ὡς εὐλογία καί
μόνιμη ἁγιαστική παρουσία ἀπό τμῆμα τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου Νικήτα, τό ὁποῖο
καί τοῦ προσφέρθηκε τό 1970, ὡς εὐλογία διηνεκής της χριστωνύμου ποίμνης, ὡς
φυλακτήριο καί ἁγιαστήριο ψυχῶν καί σωμάτων τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων χριστιανῶν
τῆς πόλεως τῶν Σερρῶν. Τό ἱερό αὐτό Λείψανο φυλασσόταν σέ ἀργυρή λειψανοθήκη
στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Σερρῶν, ἐνῶ σήμερα
βρίσκεται στόν Ἱερό Ναό ἁγίου Νικήτα τοῦ Νέου. Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Σερρῶν
καί Νιγρίτης Μάξιμος (1984-2003) ἵδρυσε τό 1994 νέα ἐνορία στήν πόλη τῶν Σερρῶν,
ἀναδεικνύοντας τόν ἅγιο Νικήτα συμπολιοῦχο καί προστάτη της, καθιέρωσε ἀπό τό
1987 νά ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ τήν Κυριακή του Θωμά καί ξεκίνησε ἐργασίες ἀνεγέρσεως
νέου μεγαλοπρεποῦς καί περίλαμπρου Ἱεροῦ Ναοῦ, ὡς εὐλαβική ἀφιέρωση ὅλης της
περιοχῆς στόν ἅγιό του τόπου.
_______________
α)
Οἱ ἀκολουθίες τοῦ ἁγίου
Πρός
τιμήν τοῦ ἁγίου Νικήτα ἔχουν συνταχθεῖ δύο ἀκολουθίες. Ἡ παλαιότερη ἀκολουθία
τοῦ ἁγίου Νικήτα εἶναι ποίημα τοῦ φημισμένου ὑμνογράφου μοναχοῦ Ἰακώβου τῆς
Νέας Σκήτης τοῦ Ἁγίου Ὅρους, συντάχθηκε περίπου στά 1840-1850 καί παρατίθεται
στό χειρόγραφο 6383 (876) τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος στίς σελίδες
65-794. Στό κείμενό της καί συγκεκριμένα στό τρίτο στιχηρό τροπάριο τῶν αἴνων,
μᾶς δίνεται ἡ πληροφορία γιά τήν καταγωγή του, ὅτι δηλαδή ὁ Νικήτας ἦταν ἀπό
τήν Ἑλλάδα, πού μόναζε στήν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης Ἁγίου Ὅρους καί μαρτύρησε
στίς Σέρρες. Οἱ πατέρες τῆς Μονῆς Παντελεήμονος τιμοῦσαν τόν Νεομάρτυρα Νικήτα
μέ πανηγυρικό ὄρθρο, κατά τόν ὁποῖο ἀναγίγνωσκαν καί τό μαρτύριό του, θεία
Λειτουργία καί δοξολογία. Ἡ δεύτερη ἀκολουθία, περισσότερο πλήρης καί ἀκριβής,
εἶναι ποίημα τοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ὑμνογράφου τῆς Μεγάλης του Χριστοῦ
Ἐκκλησίας. Ἄριστος γνώστης τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνογραφίας καί μουσικῆς ὁ
μοναχός Γεράσιμος, λαμβάνει ὑπ' ὄψιν τοῦ τήν παλαιότερη ἀκολουθία τοῦ Ἰακώβου
καί συνθέτει νέα τροπάρια. Μεταξύ τῶν δύο ἐκδόσεων τῆς ἀκολουθίας ὑπάρχουν ἀρκετές
διαφορές. Αὐτές ἀφοροῦν σέ δευτερεύοντα στοιχεῖα, ὅπως στό ἄν συντέμνονται ἤ
παρατίθενται πλήρεις οἱ στίχοι, ἄν προστίθενται ἤ ἀφαιροῦνται προσόμοια καί ἄν
παρατίθεται ὁλόκληρο τό κείμενο τῶν Παλαιοδιαθηκικῶν καί Καινοδιαθηκικῶν ἀναγνωσμάτων
τοῦ Ἑσπερινοῦ καί τῆς Θείας Λειτουργίας.
_______________
β)
Τό Μαρτύριο τοῦ ἁγίου
Τό
μαρτύριο τοῦ ἁγίου Νικήτα μᾶς παραδίδεται οὐσιαστικά σέ δύο πηγές: στό
χειρόγραφο 5713 (206) καί στό χειρόγραφο 6383 (876) τῆς Μονῆς Ἁγίου
Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους5. Τό γεγονός ὅτι καί τά δύο χειρόγραφα σώζονται στόν
χῶρο τῆς Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος Ἁγίου Ὅρους δέν εἶναι τυχαῖο, καθώς στήν ἐν
λόγω ἀθωνική Μονή ὁ Νικήτας ἐγκαταβίωσε. Τό μαρτύριο συνέταξε ὁ προηγούμενος τῆς
Παναγίας τῆς Ἡλιοκαλλης6 ἱερομόναχος Κωνσταντίνος7, πώς ὑπογράφεται στό τέλος
του, κατόπιν, προφανῶς, προτροπῆς τῶν πατέρων τῆς Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος.
Γιά τό λόγο αὐτό δέν παραθέτει τήν βιογραφία τοῦ Νικήτα, πού θά ἦταν ἀσφαλῶς
γνωστή στούς πατέρες τῆς Μονῆς Παντελεήμονος, ἐνῶ ἕνας ἄλλος λόγος πού δέν
παραθέτει τόν βίο του, ἴσως καί ὁ πιθανότερος, εἶναι ὅτι δέν γνώριζε
περισσότερα στοιχεῖα γιά τόν Νικήτα, ἀφοῦ στήν συνάντησή τους στό Ναό τῆς Ἡλιοκάλλεως
ὁ Κωνσταντῖνος τόν ρωτᾶ πώς τόν λένε καί ἀπό πού εἶναι.
Καθώς
γνωρίζουμε τήν ἀκριβῆ ἡμερομηνία τοῦ μαρτυρίου, μποροῦμε νά ὑποθέσουμε ὅτι, μέ
δεδομένη τήν προβλεπομένη ἀπό τό ἰσλαμικό δίκαιο τριήμερη προθεσμία μεταμέλειας
μέχρι τῆς ἐκτελέσεως τῆς θανατικῆς ποινῆς, ἡ ἡμέρα ἐμφανίσεως καί παραδόσεως τοῦ
Νικήτα στίς Ὀθωμανικές ἀρχές, καί ἑπομένως καί ἡ ἐκ τῶν προτέρων προσδοκώμενη ἡμερομηνία
θανατώσεώς του μετά τριήμερον, εἶχαν καταλλήλως προεπιλεγῆ ἀπό τόν πνευματικό
του πατέρα, μέ τήν συγκυρία μάλιστα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Νικήτα τοῦ Ὁμολογητοῦ
(3 Ἀπριλίου) καί τοῦ Πάσχα τοῦ 1808 (5 Ἀπριλίου). Ἔτσι, ὁ γέροντας τοῦ Νικήτα
τόν συμβούλευσε νά παρουσιαστεῖ στόν Τοῦρκο δικαστή τήν Μεγάλη Τρίτη 31 Μαρτίου
1808, προκειμένου νά μαρτυρήσει τήν Μεγάλη Παρασκευή 3 Ἀπριλίου, ἡμέρα μνήμης
τοῦ ἁγίου Νικήτα τοῦ Ὁμολογητοῦ ἤ τήν Κυριακή του Πάσχα 5 Ἀπριλίου.
Σύγχυση
ὑπάρχει σχετικά καί μέ τόν τόπο καταγωγῆς τοῦ Νικήτα. Κάποιοι ἀπό τούς ἐρευνητές
διατυπώνουν τήν ἄποψη ὅτι καταγόταν ἀπό τῆς «Ἀρβανιτιᾶς τά μέρη»8, ἐνῶ κάποιοι ἄλλοι
δέχονται ὡς τόπο καταγωγῆς τοῦ τόν Πόντο9. Ἔχουμε τήν γνώμη ὅτι ὁ Νικήτας
καταγόταν ἀπό τήν περιοχή τῆς Ἀλβανίας ἤ τῆς Ἠπείρου, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει
στόν μουδερίση καί συγκεκριμένα ἀπό τούς Κόρφους, δηλαδή τήν νῆσο Κέρκυρα, ὅπως
ἦταν τότε αὐτή γνωστή. Οἱ πληροφορίες πού ἔχουμε γιά τήν ζωή τοῦ χάνονται στήν ἄχλη
τῶν αἰώνων, ἀφοῦ δέν ὑπάρχουν ἄλλες κύριες πηγές, πέραν τοῦ μαρτυρίου του, πού
νά μᾶς πληροφοροῦν πού καί πότε γεννήθηκε, πότε ἐγκατέλειψε τά ἐγκόσμια καί ἦρθε
στό Ἅγιον Ὅρος καί συγκεκριμένα στή Μονή τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος10. Ἐκεῖ ἐκάρη
μοναχός καί ἀργότερα χειροτονήθηκε καί ἱερέας. Ἄγνωστο ὅμως παραμένει πότε
πηγαίνει γιά αὐστηρότερη ἄσκηση στήν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης καί διαβιώνει στό
κελλί τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως διαπιστώνεται ἀπό δύο Ὁμόλογα11 πού ἐντοπίστηκαν
στήν Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας, πού βρίσκεται πλησίον του Κυριάκου τῆς Σκήτης.
Τό μόνο πού γνωρίζουμε εἶναι τό ὄνομά του καί ὁ τόπος καταγωγῆς του. Γιά τήν οἰκογένειά12
του δέν ἔχουμε ἐπίσης κάποιες συγκεκριμένες πληροφορίες ἀπό τίς πηγές. Διαφωνία
ὑπάρχει στούς συναξαριστές καί γιά τήν ἀκριβῆ ἡμερομηνία τοῦ μαρτυρίου τοῦ
Νικήτα, ἀφοῦ ὁρισμένοι δέχονται σωστά ὡς ἡμερομηνία μαρτυρίου τοῦ τήν 4η Ἀπριλίου
1808, ἐνῶ κάποιοι ἄλλοι τήν 19η Φεβρουαρίου 180913 ἤ τό 181014, λαμβάνοντας ὑπόψιν
ὡς ἡμερομηνία τοῦ μαρτυρίου τήν ἡμερομηνία σύνταξης τῆς ἐπιστολῆς ἀπό τόν
προηγούμενο τῆς Ἡλιοκάλλεως Κωνσταντίνο15. Ἀδιαμφισβήτητη, ὡστόσο, μαρτυρία γιά
τήν καταγωγή, τόν τόπο καί τήν χρονολογία μαρτυρίου τοῦ ἁγίου προσφέρει ἡ
σλαβονική ἐπιγραφή στό ἐνεπίγραφο εἰλητάριο πού κρατάει ἀνεπτυγμένο ὁ Νεομάρτυρας
σέ ὁλόσωμη ἀπεικόνισή του στό παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Μονῆς Ἁγίου
Παντελεήμονος Ἁγίου Ὅρους.
Τό
βράδυ τῆς Μεγάλης Δευτέρας στίς 30 Μαρτίου τοῦ 1808, ὁ Νικήτας ἔρχεται ἀπό τό ἁγιώνυμο
Ὅρος στήν πόλη τῶν Σερρῶν καί πηγαίνει στήν Παναγία τήν Ἠλιοκάλλη. Ὅταν
προσέρχεται στό καθολικό γιά τήν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου ὁ προηγούμενος συναντᾶ
τόν Νικήτα καί τόν ὁδηγεῖ στό ἱερό Βῆμα, πού τόν ρωτᾶ ἀπό πού εἶναι. Ὁ Νικήτας
λέει ὅτι εἶναι ἀπό τῆς «Ἀρβανιτιᾶς τά μέρη» καί ἦρθε στήν Λιόκαλλη γιά νά
παραστεῖ στήν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου καί τήν ἑπομένη ἡμέρα θά πάει στήν Δράμα
προκειμένου νά συναντήσει ἕναν ἀδελφό του. Ὁ προηγούμενος τόν ρωτᾶ ἄν εἶναι ἱερέας
ἤ ἱερομόναχος καί ποιό εἶναι τό ὄνομά του καί ἐκεῖνος ἀπαντᾶ πώς εἶναι ἱερομόναχος
καί ὀνομάζεται Νικήτας καί ἀπόφασή του εἶναι νά δώσει τό αἷμα του γιά τήν ἀγάπη
τοῦ γλυκύτατου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ σταθερή αὐτή ἀπόφαση τοῦ Νικήτα προέρχεται ἀπό
τήν βαθειά καί ἀκλόνητη πίστη του στόν Χριστό, ἡ ὁποία εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ἀφ' ἑνός
τήν περιφρόνηση τοῦ μαρτυρίου του καί τήν προσδοκία τῆς αἰωνίου ζωῆς ὡς ἔκφρασης
τοῦ ἀναίμακτου μαρτυρίου καί ἀφ' ἑτέρου τήν ἐξάλειψη κατ' αὐτόν τόν τρόπο τῆς
περιτομῆς. Ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε στόν προηγούμενο Κωνσταντῖνο, τό πρωί τῆς ἑπομένης
ἡμέρας κοινώνησε τῶν Ἀχράντων μυστηρίων, ἔτσι ὥστε νά εἶναι ἕτοιμος γιά τό
μαρτύριο. Ζήτησε μάλιστα ἀπό αὐτόν νά τελέσουν καί ἱερά παράκληση γιά τήν
πνευματική ἐνίσχυσή του καί ἀναχώρησε ἀπό τήν Ἠλιοκάλλη, ἀκολουθώντας τόν δρόμο
πρός τόν κατεστραμμένο ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί τό τζαμί τοῦ Ἀχμέτ Πασᾶ, τό ὁποῖο
βρισκόταν ἔξω ἀπό τά ἀνατολικά τείχη τῆς πόλεως.
Σέ
αὐτό τό τζαμί διέμενε ἕνας μουδερίσης, πού διακρινόταν γιά τήν εὐλάβειά του καί
ἡ γνώμη τοῦ ἦταν σεβαστή ἄπ' ὅλους τους ὁμοθρήσκους του. Μεταξύ τῶν μαθητῶν τοῦ
ἦταν καί ἕνας νέος, πού ἦταν χωλός καί στά δυό του πόδια. Ὁ Νικήτας τόν
πλησίασε καί τοῦ πρότεινε ἕναν μοναδικό τρόπο θεραπείας, πού δέν ἦταν ἄλλος ἀπό
τό νά πιστέψει στόν Χριστό, τόν μόνο ἀληθινό Θεό, διαβεβαιώνοντας τόν πώς ἀμέσως
θά γίνει καλά καί δέν θά κουτσαίνει. Ὁ νεαρός Ὀθωμανός μαθητής ἀμέσως πῆγε στόν
δάσκαλό του, πού τοῦ ἀφηγήθηκε ὅλα ὅσα τοῦ εἶχε πεῖ ὁ Νικήτας. Τότε ὁ
μουδερίσης ζήτησε νά παρουσιαστεῖ μπροστά του ὁ Νικήτας καί τόν ρώτησε ἀπό πού
εἶναι καί γιατί ἔλεγε αὐτά τά λόγια στόν μαθητή του. Ὁ Νικήτας τοῦ ἀπάντησε ὅτι
«εἶμαι ἀπό τούς κόρφους καί ἐβγήκα ἐπί τούτου καί περιπατῶ διά νά κηρύξω τήν
πίστην του Χριστοῦ, ἐπειδή αὐτή μόνη εἶναι ἡ ἀληθής πίστις καί εἰς αὐτήν ὅποιος
πιστεύσει ἐκεῖνος ὄχι μόνον σώζεται καί πηγαίνει μετά θάνατον εἰς τήν βασιλείαν
τῶν οὐρανῶν, ἀλλά καί ἐδῶ ἀπολαμβάνει κάθε χάριν ἀπό τόν Χριστόν». Τήν ὁμολογία
αὐτή τοῦ Νικήτα πού συναντοῦμε στό σημεῖο αὐτό ὅτι κατάγεται ἀπό τούς
«Κόρφους», δηλαδή τήν Κέρκυρα, ὅσο καί στήν ἀρχή τοῦ μαρτυρίου πρός τόν
προηγούμενο Κωνσταντῖνο ὅτι κατάγεται ἀπό τῆς «Ἀρβανιτιᾶς τά μέρη», θά πρέπει
νά τίς λάβουμε σοβαρά ὕπ ὄψιν καί νά δεχτοῦμε ὅτι πράγματι ἡ καταγωγή τοῦ εἶναι
ἀπό τήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Ἠπείρου, καί ὄχι ἀπό τήν Τραπεζούντα, ὅπως τόν
θέλει ἡ ἁγιορείτικη παράδοση καί ἡ ὁποία πιθανόν νά τόν συγχέει μέ τόν ἄλλον
Νικήτα, πού μόνασε λίγα χρόνια ἀργότερα στό κελλί τῶν Ἀρχαγγέλων.
Ἔπειτα
ἀπό τήν ὁμολογία πίστεως τοῦ Νικήτα πρός τόν Τοῦρκο δάσκαλο, αὐτός διέταξε νά
τόν ὁδηγήσουν δέσμιο στόν βοεβόδα τῶν Σερρῶν, τόν Ἰσούχ μπέη, ὁ ὁποῖος διέταξε
νά τόν κλείσουν στήν φυλακή καί ἐνημέρωσε τόν νομοδιδάσκαλο Σεκσαλή γιά τά ὅσα ἔλεγε
ὁ Νικήτας.
Τήν
ἑπόμενη ἡμέρα, Μεγάλη Πέμπτη 2 Ἀπριλίου, ὁ Σεκσαλής τόν ρωτάει γιά ποιό λόγο
διδάσκει τούς Τούρκους νά ἀφήσουν τήν πίστη τους καί νά πιστέψουν στόν Χριστό
καί ἄν παρακινήθηκε ἀπό κάποιους γιά τήν πράξη τοῦ αὐτή. Ὁ Νικήτας ἀπάντησε ὅτι
ἡ χάρις τοῦ Χριστοῦ καί ὁ ζῆλος τῆς ἀληθινῆς πίστης ἦταν πού τόν ὤθησαν νά
κηρύξει στόν χωλό μαθητή καί τώρα καί σέ αὐτούς πού τόν δικάζουν, προτρέποντάς
τους μάλιστα νά ἀφήσουν τήν πλανεμένη πίστη τους καί νά πιστέψουν στόν Χριστό,
πού εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός. Ὁ Σεκσαλής ἀνέφερε ὅλα ὅσα ἐλέχθησαν ἀπό τόν
Νικήτα στόν Ἰσούχ μπέη καί αὐτός ἔδωσε ἐντολή νά τόν κλείσουν στή φυλακή, πού ἔμεινε
ἀπό τή Μεγάλη Πέμπτη μέχρι τό Μεγάλο Σάββατο.
Τό
Μεγάλο Σάββατο ὁ Νικήτας ζήτησε νά δεῖ τόν Ἰσούχ μπέη καί αὐτός ἔδωσε ἐντολή νά
τόν φέρουν μπροστά του, ἐλπίζοντας πώς θά εἶχε μεταμελήσει γιά τά λεγόμενά του.
Ἀλλά ἀντίθετα, ὁ Νικήτας, μέ ἀπαράμιλλο θάρρος, τοῦ λέει: «τί μέ κρατεῖς μάταια
μέσα στή φυλακή καί χάνωμεν τόν καιρόν; ἐσύ τήν γνώμην μου τήν κατάλαβες,
λοιπόν κάμε ἕνα ἀπό τά δύο αὐτά, ἤ θανάτωσε μέ ἤ ἐλευθέρωσε μέ διά νά πηγαίνω
καί ἐγώ νά συνεορτάσω αὔριο μέ τούς λοιπούς ἀδελφούς μου χριστιανούς τήν μεγάλη
ἑορτή τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ». Ὁ Ἰσούχ μπέης, ὀργισμένος
μέ τήν ἀπάντηση πού τοῦ ἔδωσε ὁ Νικήτας, ζήτησε ἀπό τούς δεσμοφύλακες νά τόν
σύρουν καί πάλι στήν φυλακή, πού συνέχισαν τίς σωματικές καί ἠθικές πιέσεις. Ὅπως
βεβαίωσε ἕνας χριστιανός ἄνθρωπος πού εἶχε πρόσβαση στήν αὐλή τοῦ Ἰσούχ μπέη
καί ἕνας φίλος του Ἀλβανός μπουλούκμπασης16, ὁ Νικήτας εἶχε ὑποστεῖ πολλά
βασανιστήρια. Τοῦ ἔβαλαν σιδερένιο στεφάνι στό κεφάλι, τοῦ τρύπησαν τά νύχια μέ
αἰχμηρές ἀκίδες, τόν κρέμασαν ἀνάποδα καί τοῦ ἔκαψαν τά ἀπόκρυφα μέλη.
Ὅλα
αὐτά τά μαρτύρια τά ὑπέμεινε καρτερικά καί μέ ἀνδρεία.
Τό
βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου ὁ Ἰσούχ μπέης ἔδωσε διαταγή νά θανατωθεῖ ὁ Νικήτας.
Οἱ δεσμοφύλακες τόν ἔσυραν χτυπώντας τόν συνεχῶς στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου, πού ἦταν
γνωστός μέ τό ὄνομα Τζεχιάρ παζάρ17. Ἔβαλαν τή θηλιά στό λαιμό του καί ὁ
Νικήτας ἄφησε τό πνεῦμα του, δίνοντας τήν ζωή τοῦ τό βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου
4 Ἀπριλίου τοῦ 1808. Κοντά στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου βρισκόταν ὁ ναός τοῦ Ἀρχιστρατήγου
Μιχαήλ, λίγο ἔξω ἀπό τό δυτικό τεῖχος τῶν Σερρῶν, ἐκεῖ πού σήμερα βρίσκεται ὁ
Μητροπολιτικός Ναός τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν. Τήν νύχτα τοῦ μαρτυρίου ὁ
διάκονος τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἀρχιστρατήγου Μιχαήλ, βγῆκε ἀπό τό κελλί πού ἔμενε δίπλα
στόν ναό καί εἶδε ἕνα δυνατό φῶς νά λάμπει στή γύρω περιοχή.
Τό
σῶμα τοῦ ἱερομάρτυρα Νικήτα ἔμεινε κρεμασμένο τρεῖς ἡμέρες, μέχρι τήν Τρίτη της
Διακαινησίμου, χωρίς νά ἀλλοιωθοῦν τά χαρακτηριστικά του προσώπου του ἤ νά ἀναδίδει
δυσάρεστη ὀσμή. Μόνο ἦταν λίγο ὠχρό. Τό πρόσωπο τοῦ ἦταν στραμμένο πρός τήν ἀνατολή
καί τό σῶμα τοῦ γυμνό, ἐπειδή οἱ δεσμοφύλακες, ὅταν τόν κρέμασαν τόν ἀπογύμνωσαν.
Τό πρωί τῆς Τρίτης της Διακαινησίμου, ἀπό τό μεγάλο δάχτυλο τοῦ ποδιοῦ τοῦ
Νικήτα ἄρχισε νά τρέχει αἷμα ἀπό μία πληγή πού εἶχε καί πότιζε τόν τόπο -πού
μαρτύρησε. Πολλοί ἦταν οἱ χριστιανοί πού προσέρχονταν ἐκεῖ εὐλαβικά,
προκειμένου νά συλλέξουν τό ἐμποτισμένο μέ τό αἷμα τοῦ μάρτυρα χῶμα, πρός χάριν
εὐλογίας. Τό βράδυ τῆς ἴδιας ἡμέρας, μετά τήν δύση τοῦ ἥλιου, ὁ μπέης ἔδωσε ἄδεια
στούς χριστιανούς νά κατεβάσουν τό ἄψυχο σῶμα τοῦ Νικήτα καί νά τό θάψουν μέ εὐλάβεια.
Τό ἔθαψαν πίσω ἀπό τό ἱερό του Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου18, ὁ ὁποῖος βρισκόταν
κοντά στό νοσοκομεῖο.
Αὐτό
ἦταν τό τέλος τοῦ Ἅγιου ἱερομάρτυρος Νικήτα τοῦ Νέου, πού μαρτύρησε στήν πόλη τῶν
Σερρῶν τό Μεγάλο Σάββατο 4 Ἀπριλίου τοῦ 1808 καί προβάλλει ἐνώπιόν μας ὡς ὁ ἔνθερμος
πρεσβευτής ὅλων μας πρός τόν Κύριο καί ὡς τό ἀξεπέραστο πρότυπό του κατά
Χριστόν ἀγωνιζομένου ἀνθρώπου, πού ἐπισφραγίζει μέ τήν θυσία τοῦ τήν ἀγάπη του
γιά τόν Χριστό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου