Ἡ Ἁγία
Παρθενομάρτυς Ἑλένη 18ος αἵ. (01 Νοεμβρίου).
Ἡ
παρθενομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Ἑλένη καταγόταν ἀπό τήν ὡραία Σινώπη, τή
μητρόπολη τῶν Ποντιακῶν πόλεων. Ἦταν κόρη τῆς εὐσεβοῦς οἰκογένειας Μπεκιαρή. Οἱ
γονεῖς τῆς τήν ἀνέθρεψαν μέ φόβο Θεοῦ. Μέσα στήν καθαρή ψυχή τῆς ἐφύτευσαν τή
θερμή ἀγάπη πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό . Ἰδιαίτερα στήν ἀνατροφή της ἐπέδρασε ὁ θεῖος
της, ἀδελφός του πατέρα της, πού δίδασκε τότε σέ ἑλληνικό (κρυφό) σχολεῖο τῆς
Σινῶπης. Ἦταν 15 ἐτῶν ὡραιότατη στό σῶμα, ἡ δέ ἁγνότητά της τῆς προσέδιδε ἰδιαίτερη
χάρη στό πρόσωπό της.
Διακρινόταν
γιά τήν ὑπακοή στούς γονεῖς της καί το θερμό ἔρωτα τῆς ψυχῆς της πρός τό νυμφίο
Χριστό.
Μία
ἡμέρα ἡ μητέρα τῆς τήν ἔστειλε νά ἀγοράσει νή-ματα γιά τό κέντημα ἀπό τό
κατάστημα τοῦ Κρυωνᾶ.
Στό
δρόμο ὑπῆρχε τό σπίτι τοῦ Οὐκούζογλου πασᾶ διοικητού τῆς Σινώπης. Τήν ὥρα πού
περνοῦσε ἡ Ἐλένη ὁ πασάς τήν εἶδε ἀπό τό παράθυρο. Ἡ ὡραιότητα τῆς τράβηξε τήν ἀκόλαστη
ψυχή του καί σκέφθηκε να τήν μολύνει. Διέταξε τότε καί τήν ἔφεραν μπροστά του. Ἀφοῦ
ἔμαθε ποιά ἦταν προσπάθησε δύο καί τρεῖς φορές νά τήν μιάνει ἀλλά μία ἀόρατη
δύναμη τόν ἀπομάκρυνε. Ἕνα ἀόρατο τεῖχος τήν προστάτευσε. Ἦταν τό τεῖχος τῆς
προσευχῆς. Ἡ Ἑλένη καθ’ ὅλη τή διάρκεια προσευχόταν νοερῶς λέγοντας συνεχῶς τόν
ἑξάψαλμό. Ὁ ἀγαρηνός δέν ἀπελπίστηκε, διέταξέ τούς στρατιῶτες του νά τήν
κρατήσουν στό σπίτι του.
Ἤλπιζε
ὅτι ἀργότερα θά κατόρθωνε νά πετύχει τό βδε-λυρό σκοπό του. Κατά τήν διάρκεια τῆς
κρατήσεως ἡ ἁγνή κόρη κατόρθωσε, μέ τή σκέπη τοῦ Θεοῦ, νά ξεφύγει ἀπό τήν
προσοχή τῶν στρατιωτῶν καί νά πάει στούς γονεῖς της, στούς ὁποίους καί
διηγήθηκε αὐτά ποῦ συνέβησαν. Σέ λίγο ὁ πασάς ἀντελήφθη τήν ἀπόδρασή της, ἔγινε
ἔξω φρενῶν ἀπειλώντας τούς πάντες καί τά πάντα. Κάλεσε τή Δημογεροντία τῆς
Σινώπης καί ζήτησε νά τοῦ φέρουν τήν Ἑλένη, γιατί διαφορετικά θά ἐπακολουθοῦσε
γενική σφαγή τῶν Ἑλλήνων της Σινώπης. Ἡ Δημογεροντία τότε συνῆλθε σέ σύσκεψη στό
Ἑλληνικό Σχολεῖο τῆς Σινώπης καί κάλεσε τον πατέρα τῆς Ἑλένης. Τοῦ ζήτησαν γιά
τό συμφέρον του συνόλου νά παραδώσει στόν πασά τήν κόρη του. Ο πατέρας ξέσπασε
σέ λυγμούς, ἀναγκάσθηκε ὅμως να δεχθεῖ αὐτό γιά νά μή γίνει γενική σφαγή. Πῆγε
στο σπίτι του καί ἀφοῦ καταλλήλως ἐνίσχυσε αὐτήν, την παρέλαβε καί σάν νέος Ἀβραάμ
τήν παρέδωσε στον πασά γιά νά προσφέρει τόν ἑαυτό τῆς ὄχι στίς ἀσελγεῖς ὀρέξεις
τοῦ ἀγαρηνοῦ ἀλλά ὡς θυμίαμα εὐῶδες στο νυμφίο τῆς Χριστό. Ὁ βδελυρός Οὐκούζογλου
πασάς μέ ἀνείπωτη χαρά ἐδέχθη τήν ὡραιότατη Ἑλένη και ἤλπιζε ὅτι πλέον θά
κορέσει τίς ἀκόρεστες ἀσελγεῖς ὀρέξεις του. Ἔτσι προσπάθησε πάλι πολλές φορές
για νά τή μιάνει, ἀλλά πάλι τό ἴδιο ἐμπόδιο, ἕνα ἀόρατο τεῖχος γύρω ἀπό τήν
κόρη ἐμπόδιζε τόν πασά ἐνῶ μία ἀόρατη δύναμη τόν ἀπωθοῦσε. Ἡ Ἁγία προσευχόταν θερμά,
ἔλεγε μυστικά τόν ἑξάψαλμο τόν ὁποῖο ἐγνώριζε ἀπό στήθους καθώς καί ἄλλες
προσευχές. Τά εἶχε μάθει στό σχολεῖο ἀπό τό θεῖο τῆς Μπεκιάρη. Τήν ἐπόμενή μέρα
ἐπιχείρησε πάλι ὁ πασάς ἀλλά πάλι βρέθηκε μπροστά στό ἴδιο ἐμπόδιο. Τότε ἐκνευρίστηκε
καί ὀργισμένος διέταξε νά τήν κλείσουν στίς φοβερές ὑγρές φύλακές τῆς Σινώπης. Ἡ
καρδιά τοῦ πασᾶ σκλήρυνε συνεχῶς, τά μάτια του δέν ἔβλεπαν τό θαῦμα, ἡ βρωμερή
ψύχή του δέν συνερχόταν ἀλλά ἀντιθέτως φούντωνε γιά να μολύνει τήν ἁγία
παρθένο. Ἔτσι τήν ἑπόμενη ἡμέρα της φυλακίσεως πῆγε στή φυλακή, ἤλπιζε ὅτι τώρα
θά κατόρθωνε νά πετύχει τόν ἄνομο σκοπό του. Ἀλλά καί πάλι ὁ Νυμφίος Χριστός
προστάτευσε τήν νύμφη Του. Πάλι το ἀόρατο τεῖχος, πάλι ἡ θεία δύναμις τόν ἀπωθοῦσε.
Ὑπέρβολικά ὀργισμένος ὁ πασάς διατάζει νά τήν βασανίσουν καί νά τήν θανατώσουν.
Τό ἱερό καί πάνσεπτο λείψανο τῆς τό τοποθέτησαν κατόπιν μέσα σ’ ἕνα σάκκο καί
το ἔριξαν στή θάλασσα. Αὐτό ὅμως ἀντί νά βυθισθεῖ ἐπέπλεε ἐνῶ οὐράνιο φῶς
κατέβαινε ἀπό τόν οὐρανό καί φώτιζε τό ἱερό λείψανό της. Οἱ Τοῦρκοι τά ‘χασαν
τρόμαξαν και ἄρχισαν νά φωνάζουν «Ἡ γκιαούρισα καίγεται, ἡ γκιαούρισα
καίγεται». Αὐτό ἐπέπλεε, καί ἔφθασε στήν τοποθεσία Γάει ὅπου λόγω τοῦ βάθους τῆς
θάλασσας τά νερά εἶναι μαῦρα . Ἐκεῖ βυθίστηκε. Ὕστερα ἀπό μερικές μέρες ἕνα ἑλληνικό
πλοῖο εἶχε ἀγκυροβολήσει στήν τοποθεσία Γάει. Τό τρίτο βράδυ ὁ φύλακας τοῦ
πλοίου παρατήρησε ὅτι ἀπό τόν πυθμένα ἐξέρχονταν φῶς. Νόμισε ὅτι στον πυθμένα τῆς
θάλασσας ὑπῆρχε μεγάλος θησαυρός ἀπό χρυσό. Εἰδοποίησε τόν πλοίαρχο καί μέ
δύτες ἀνέλκυσαν τό θησαυρό. Ἀλλά ἀντί φθαρτοῦ θησαυροῦ ἀπό χρυσό βρῆκαν
σπουδαιότερο θησαυρό, τό σάκκο μέ τό τίμιο λείψανο τῆς Ἁγίας Παρθενομάρτυρος Ἑλένης.
Ἄνοιξαν το σάκκο καί βρῆκαν τήν τίμια κεφαλή τῆς ἁγίας ἀποκομμένη ἀπό τό ὑπόλοιπο
σῶμα, στή κορφή ἕνα καρφί μπηγμένο καί μία τρύπα ἀπό καρφί. Οἱ ἄνομοι ἀφοῦ βασάνισαν
τήν ἁγία, ἔμπηξαν δύο καρφιά στό κεφάλι της καί την ἀποκεφάλισαν. Δύο ἀπό τούς
τούρκους δύτες ἐγνώριζαν γιά τό μαρτύριο καί ὅτι ἔριξαν τήν Ἁγία στή θάλασσα φοβοῦνταν
ὅμως νά μιλήσουν προηγουμένως. Ὁ πλοίαρχος τότε ἐπειδή φοβήθηκε τούς ἀγαρηνούς ἐπιβίβασε
το τίμιο σῶμα τῆς ἁγίας σέ παραπλέον πλοῖο πού ἔφευγε με Ἕλληνες στή Ρωσία καί
τήν τιμία κάρα τῆς κρυφά τή μετέφερε στό ναό τῆς Παναγίας στή Σινώπη. Στό τόπο
πού βυθίστηκε μέσα στή θάλασσα ἐξῆλθεν ὡς πίδακας γλυκύ νερό, ἁγίασμα, καί ἀπό
τότε ἡ περιοχή ἐκεῖ ὀνομάσθηκε Ἁγιάσματα. Ἡ ἁγία κάρα τῆς ἁγίας Νεομάρτυρος και
Παρθενομάρτυρος Ἑλένης ἔκαμε πολλά θαύματα στη Σινώπη. Ἰδιαίτερα ὅταν ὑπέφεραν ἀπό
πονοκεφάλους, καλοῦσαν τόν ἱερέα ὁ ὁποῖος ἔφερνε τήν ἁγία κάρα, ἔψαλλε
παράκληση καί ἁγιασμό καί θεραπεύονταν ὁ πονοκέφαλος. Ὁ πρόεδρος Καφαρόπουλος
Χρῆστος κατά τήν ἀνταλλαγή, πρίν ἀπό τό 1924 ἔφερε τήν τιμία κάρα τῆς Ἁγίας καί
τήν ἐναπέθεσε στό Ναό τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης στή συνοικία τῆς Ἄνω
Τούμπας στη Θεσσαλονίκη. Πλήρη Ἀκολουθία στήν Ἁγία ἐποίησε ὁ Ὀσιολογιώτατος
μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου