Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ Ο ΜΟΝΑΧΟΣ, ΠΟΥ ΑΣΚΗΤΕΥΣΕ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ.



Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος ὁ Μοναχός, πού ἀσκήτευσε στήν Κύπρο.

ἐγκράτεια κι ἡ ἠθική καθαρότητα, σύμφωνα μέ τήν ὁμολογία καί τῆς ἴδιας της ἐπιστήμης, εἶναι δύο ἀπό τούς πολύτιμους παράγοντες πάνω στούς ὁποίους στηρίζεται ἡ σωματική ὑγεία κι ἡ μακροβιότητα τοῦ ἀνθρώπου.

Εἶναι πιά διαπιστωμένο κι ἀποδεκτό ἀπ' ὅλους, ὅτι κανένα πράγμα δέν καταστρέφει τόσο τήν ὑγεία καί δέν σακατεύει τόν ἄνθρωπο σέ τέτοιο βαθμό, ὅσο οἱ καταχρήσεις κι οἱ ἠθικές παρεκτροπές.

Αὐτές εἶναι πού κλονίζουν πρόωρα τόν ἄνθρωπο καί τόν κάνουν νά φαίνεται γερασμένος, κι ἀπ' αὐτή ἀκόμη τή νεανική του ἡλικία.

Ἀντίθετα ἐκεῖνοι πού κάνουν βίωμά τους ἀπό νωρίς τά λόγια του Πνεύματος τοῦ Θεοῦ «ὑμεῖς ἔστε ναός Θεοῦ ζῶντος», καί ζοῦν μία ζωή συγκρατημένη καί σέβονται τό σῶμα τους, γιατί τό θεωροῦν ἔμψυχο ναό τοῦ Θεοῦ, αὐτοί μποροῦν νά χαίρονται τήν ὑγεία τους καί νά δουλεύουν εὐτυχισμένοι σ' ὁλόκληρη τή ζωή τους.

Τήν ἀλήθεια αὐτή βεβαιώνουν οἱ μυριάδες τῶν ἀσκητῶν ἁγίων, πού ἔζησαν μέ ἐγκράτεια, ἀλλά καί θολερότητα μέχρι τά βαθιά τους γηρατειά.

Ἕνας ἀπ' αὐτούς τούς ξεχωριστούς καί γνωστούς στήν Κύπρο μᾶς ἁγίους, εἶναι κι ὁ ἱερός Αὐξέντιος.

Εἶναι ἕνας ἀπό τούς τριακόσιους Ἀλαμανούς, ὅπως λέγονται, ἁγίους, πού ἦρθαν στό νησί μας τόν 12 αἰώνα μ.Χ. καί ἦταν μάλιστα κι ὁ ἀρχηγός τους. Ὁ μακάριος αὐτός ὅσιος ὑπῆρξε μία μορφή ἐξαιρετική κι ἀσκητική. Μία προσωπικότητα ἱερή καί φωτεινή. Ἕνα παράδειγμα φλογερῆς ἀγάπης κι ἀφοσίωσης στόν Χριστό. Ἀπό παιδί γνώρισε τή στρατιωτική τέχνη, μά καί τή δόξα καί τά κέρδη τῆς παλικαριᾶς. Ἡ καρδιά τοῦ ὅμως δέν παρασύρθηκε. Δέν ξεγελάστηκε ἀπό τά ἐφήμερα ἀγαθά. Δέν νικήθηκε. Διψοῦσε κάτι ἀνώτερο, ὑψηλότερο, ἁγιότερο. Καί σάν τέτοιο δέν ἔβρισκε ἄλλο ἀπό τήν ἀφιέρωσή του στόν Χριστό.

Ἐκεῖνο τόν καιρό ἡ Εὐρώπη συγκλονιζόταν ἀπό ἕνα κήρυγμα: Οἱ Ἅγιοι Τόποι, οἱ τόποι πού γεννήθηκε, μεγάλωσε, περπάτησε καί δίδαξε ὁ Σωτήρας τῶν ἀνθρώπων, ὅπως καί οἱ τόποι πού θαυματούργησε, ἀλλά καί συλλήφθηκε κι ὑβρίστηκε καί σταυρώθηκε καί πέθανε καί τάφηκε, βρισκόντουσαν κάτω ἀπό τή μωαμεθανική ἐξουσία. Κι οἱ κατακτητές, βάρβαροι καί σκληροί, ὑπέβαλλαν σέ μύριους ἐξευτελισμούς ὅλους ἐκείνους πού ἀποτολμοῦσαν νά πᾶνε μέχρι τήν Ἁγία Γῆ, γιά νά ἐπισκεφθοῦν καί νά προσκυνήσουν τά ἱερά προσκυνήματα. Οἱ Ἅγιοι Τόποι πρέπει νά ἐλευθερωθοῦν. Ὅσοι νοιώθουν τήν καρδιά τους νά πυρώνεται ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄς ἔλθουν νά ἑνωθοῦν μαζί μας γιά τόν ἱερό τοῦτο πόλεμο. Τόν πόλεμο πού ἀποβλέπει στήν ἀπελευθέρωση τῶν Ἁγίων Τόπων. Χιλιάδες πολεμιστές πίστεψαν στό προσκλητήριο σάλπισμα κι ἑνώθηκαν σέ μία μεγάλη στρατιά, τή Β' Σταυροφορία. Ἀνάμεσα σ' αὐτούς τούς φλογερούς ὁραματιστές πού κατατάχτηκαν καί σχημάτισαν τήν ἱερή στρατιά ἦταν καί τριακόσιοι Ἕλληνες, πού ἐργαζόντουσαν στή Γερμανία. Μέ ἀρχηγό τόν πιστό καί θαρραλέο Αὐξέντιο σμίχτηκαν κι αὐτοί γιά τή μεγάλη προσπάθεια. Δυστυχῶς ἡ στρατιά αὐτή, ὅπως ξέρουμε, ἀπέτυχε στόν σκοπό της. Τά διάφορα τάγματα διαλύθηκαν καί διασκορπίστηκαν. Ὁ ἱερός Αὐξέντιος στήν περίπτωση αὐτή κάλεσε τά παλικάρια του κι ἀφοῦ τούς μίλησε μέ παλμό γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τή θυσία του γιά τούς ἀνθρώπους, τούς ὑπέδειξε, ἄν ἤθελαν νά μή γυρίσουν πίσω, ἄλλα νά τραβήξουν πρός τά μέρη τοῦ Ἰορδάνη, γιά νά ζήσουν μία ζωή ἀσκητική, μία ζωή ὁλοκληρωτικῆς ἀφιέρωσης στόν Θεό.
Ἡ πρόταση ἔγινε ἐνθουσιαστικά δεκτή. Καί τήν ἴδια στιγμή ὅλοι τους ἔσπευσαν νά τήν κάμουν ἔργο. Ἀφοῦ πῆγαν ὅλοι μαζί καί προσκύνησαν στήν Ἱερουσαλήμ, ὕστερα γύρισαν στήν ἔρημό του Ἰορδάνη μέ σκοπό, νά ἀφιερωθοῦν στόν Θεό καί νά ζήσουν ἐκεῖ τή μοναχική κι ἀσκητική ζωή. Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ προσευχή, ἡ μελέτη τῶν Γραφῶν, ἡ εὐποιία κι ὑ ἔμπρακτη ἀγάπη πρός ἐκείνους, πού εἶχαν ἀνάγκη τῆς βοήθειάς τους, ἦταν ἡ καθημερινή τους φροντίδα. Τό περιβάλλον ὅμως τοῦ Ἰορδάνη δέν τούς βοηθοῦσε γιά τή ζωή πού διάλεξαν νά ζήσουν. Γ' αὐτό μία μέρα κατέβηκαν στήν παραλία μέ τόν σκοπό νά φύγουν ἀπό τόν τόπο ἐκεῖνο. Ἐδῶ βρῆκαν ἕνα καράβι, μπῆκαν μέσα, κι ἦρθαν στήν Κύπρο μας, πού ἦταν τότε ὀνομαστή γιά τή θεοσέβειά της. Τό πλοῖο σταμάτησε στήν Πάφο. Μία παράδοση, λέει, πώς τσακίστηκε πάνω στούς βράχους ἐξ αἰτίας μίας δυνατῆς τρικυμίας. Οἱ ἐπιβάτες ὅμως δέν ἔπαθαν τίποτε καί βγῆκαν ὅλοι στή στεριά. Ἀπ' ἐδῶ σκορπίστηκαν σέ διάφορα μέρη κι ἔζησαν ὁ καθένας τούς τή μακαριά ζωή μέ τό δικό του τρόπο.

Ὁ Αὐξέντιος, ἀφοῦ περιῆλθε τό νησί, κατέληξε σέ μία σπηλιά στήν περιοχή τῆς Καρπασίας μεταξύ τῶν χωριῶν Κώμης Κεπήρ καί Ἑπτακώμης.

Ἡ ζωή τοῦ ὑπῆρξε μία ζωή θερμῆς ἀγάπης καί στ' ἀλήθεια ὁλοκληρωτικῆς προσφορᾶς στόν Χριστό. Κάθε μέρα ὕστερα ἀπό θερμή κι ἄγρυπνη προσευχή πού κρατοῦσε ὥρα πολλή, ἄρχιζε νά διαβάζει ἤ καί νά ἀποστηθίζει τά λόγια του Θεοῦ. Γιά νά ἐπιτύχει στήν προσπάθεια τοῦ αὐτή ἀγωνιζόταν νά κρατάει στόν νοῦ τοῦ τήν κάθε περικοπῆ χωρίς βία, ἀλλά μέ ὑπομονή καί πραότητα καί ταπεινοφροσύνη. Τά λόγια του Κυρίου «μάθετε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι πράος εἰμί καί ταπεινός τή καρδία» (Μάτθ. ἴα' 29) ἀντηχοῦσαν κάθε στιγμή στ' αὐτιά του.

Γιά ν' ἀποφεύγει τούς πονηρούς κι ἀκάθαρτους λογισμούς, πού ὁ Σατανᾶς τοῦ ἔριχνε στή σκέψη, γιά νά τοῦ λερώνει τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ὁ οὐρανοπολίτης ἀθλητής μέ φόβο Θεοῦ στοχαζόταν πάντα τή μέλλουσα κρίση. Πρόσεχε, ἔλεγε ὁ ἴδιος στόν ἑαυτό του. «Ἔπεχε, σεαυτῶ, Αὐξέντιε». Ἐνθυμού τό Δικαστήριο. Ἐνθυμού τίς δοκιμασίες τῆς αἰώνιας τιμωρίας. Μέ τά συνθήματα αὐτά καί μέ παρόμοιες εὐλαβεῖς σκέψεις κρατοῦσε τήν καρδιά τοῦ ἄγρυπνη καί προσεχτική ἀπό τήν ἐπίθεση τῶν ληστῶν, πού λέγονται πονηροί διαλογισμοί. Ὅταν ἡ ἀγάπη τοῦ θεοῦ τόν ἀπάλλασσε ἀπό τά «πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ», τότε ἡ προσευχή τοῦ ὁσίου γινόταν καί πιό θερμή. «Κύριε», ἔλεγε τότε μέ πόνο ψυχῆς ὁ ἀσκητής: «Κύριε, γενηθήτω ἡ καρδία μου ἄμωμος ἐν τοῖς δικαιώμασί σου, ὅπως ἄν μή αἰσχυνθῶ» (ψάλμ. ριη', 80). Δηλαδή, Κύριε, εἴθε ἡ καρδιά μου μέ τόν φωτισμό καί τήν ἐνίσχυσή σου νά γίνει ἄμεμπτη στήν προσπάθειά μου νά κρατήσω τά δικαιώματά σου. Νά γίνει ἄμεμπτη γιά νά μή ντροπιαστῶ μπροστά στούς ἀνθρώπους καί μπροστά στό φοβερό σου κριτήριο σάν ἕνας ἔνοχος ἄνθρωπος καί παραβάτης. «Ἐλθέτω σάν μοί οἱ οἰκτιρμοί σου, καί ζήσομαι, ὅτι ὁ νόμος σου μελέτη μου ἐστίν» (Ψάλμ. ριη', 77). Ἄς ἔλθουν σέ μένα οἱ οἰκτιρμοί σου, Κύριε, γιά νά μοῦ δώσουν ζωή, γιατί καί μέσα στίς θλίψεις μου δέν σέ λησμόνησα. Ὁ νόμος σου ἀποτελεῖ γιά μένα τή διαρκῆ σκέψη καί ἀπασχόληση τοῦ μυαλοῦ μου.

Πολλές φορές ὁ πονηρός δημιουργοῦσε τέτοια ταραχή στό ἀσκητήριο τοῦ ὁσίου καί τέτοιο θόρυβο πού νόμιζε κανείς πώς γινόταν σεισμός. Σεισμός πού ἀπειλοῦσε νά καταρρίψει καί νά ἰσοπεδώσει τά πάντα. Καί τίς στιγμές αὐτές ὁ Ἅγιος εἰρηνικός κι ἀτάραχος ἔψαλλε δυνατά καί μελωδικά τόν ψαλμό τῆς βαθιᾶς ἐμπιστοσύνης καί πίστεως στόν Θεό. «Ὁ Θεός ἠμῶν καταφυγή καί δύναμις, βοηθός ἐν θλίψεσι ταῖς εὐρούσαις ἠμᾶς σφόδρα, διά τοῦτο οὐ φοβηθησόμεθα ἐν τῷ ταράσσεσθαι τήν γῆ καί μετατίθεσθαι ὅρη ἐν καρδίαις θαλασσῶν» (ψάλμ. μέ', 2-3). Δηλαδή ὁ Θεός εἶναι ἡ καταφυγή κι ἡ δύναμή μας εἶναι ὁ παντοδύναμος βοηθός μας στίς θλίψεις πού μᾶς βρῆκαν. Γιά τοῦτο τόν λόγο ὁτιδήποτε κι ἄν συμβεῖ, κι ἄν ἀκόμη συμβοῦν οἱ ἀνατροπές κι οἱ καταστροφές πού θά γίνουν στή συντέλεια τοῦ κόσμου, ἐμεῖς δέν θά φοβηθοῦμε. Δέν θά φοβηθοῦμε ἔστω κι ἄν ἡ γῆ θά σείεται συθέμελα κι ἄν τά βουνά θά κόβονται ἀπ' τή ρίζα τους καί θά πέφτουν μέσα στή θάλασσα.

Ὁ ὅσιος ὑπέμεινε κι ἄλλους πολλούς καί σκληρούς πειρασμούς. Μέ τήν προσευχή ὅμως, τήν αὐστηρή νηστεία καί τήν ἐγκράτειά του, τούς ἀποδίωκε κι ἔβγαινε νικητής καί θριαμβευτής, ζωντανό δοχεῖο τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Τοῦτο μαρτυρᾶνε τά πάμπολλα θαύματα, πού ἔκανε ὅσο ζοῦσε. Τοῦτο βεβαιώνουνε ἀκόμη καί τά θαύματα πού γίνονται μέ τή χάρη τοῦ ὕστερα ἀπό τόν θάνατό του. Ἕνα ἀπ' αὐτά τά Θαύματα εἶναι καί τοῦτο:

Ἐκεῖ στή σπηλιά ὁπού ἔζησε χρόνια ὁ Ἅγιος, ἀναπαύτηκε κιόλας. Οἱ χριστιανοί τῶν γύρω χωριῶν μέ σεβασμό κι εὐλάβεια μαζεύτηκαν τότε γιά νά κηδέψουν τό ἅγιο σκήνωμά του καί νά πάρουν μέ τόν τελευταῖο ἀσπασμό τήν εὐλογία του. Μέ συντριβή καρδιᾶς ἐνταφίασαν τό σῶμα στή γῆ, ἐνῶ ἡ ἡρωική ψυχή τοῦ πέταξε ὁλόλευκη στόν οὐρανό, γιά νά χαρεῖ καί νά ζήσει ἐκεῖ τήν ἀσφαλῆ κι ἄμεμπτη ζωή τῶν νικητῶν τῆς πίστεώς μας.

Ὕστερα ἀπό καιρό οἱ κάτοικοι τῶν δύο χωρίων βρῆκαν στή σπηλιά τό ἅγιο λείψανό του. Δέν δυσκολεύτηκαν νά τό ἀναγνωρίσουν. Ἡ εὐωδία καί τό μύρο πού ξεχύνε ἦταν χαρακτηριστική. Ὁ πόθος τῶν κατοίκων τῶν δύο χωριῶν νά μεταφέρουν τόν θησαυρό πού βρῆκαν στό χωριό τους γιά νά τόν ἔχουν πάντα κοντά τους, σκόνταψε στό πού νά τόν μεταφέρουν. Καί τά δύο χωριά τόν ἀπαιτοῦσαν. Κανένας δέν ὑποχωροῦσε γιά τό ἄλλο. Ἡ χαρά πού γέμισε τίς καρδιές μέ τήν εὕρεση τοῦ λειψάνου, χάθηκε γιά μία στιγμή καί τή θέση τῆς πῆρε μία ζωηρή συζήτηση, πού ἀπειλοῦσε νά ἐξελιχθεῖ σέ ἐπικίνδυνη φιλονικία. Τή στιγμή ἐκείνη μία πρόταση πού ρίχτηκε ἀπό κάποιο ἔδωκε τή διέξοδο καί τή λύση στό πρόβλημα ποῦ δημιουργήθηκε:

- Νά δώσουμε ἕνα βόδι τό ἕνα χωριό κι ἕνα βόδι τό ἄλλο. Νά τά ζέψουμε σ' ἕνα ἁμάξι, στό ὁποῖο νά βάλουμε τό ἅγιο λείψανο κι ὅπου σταματήσουν τά βόδια, ἐκεῖ νά κτίσουμε ἕνα ναό καί νά τό ἀποθέσουμε, εἶπε ἡ φωνή.

Αὐτά κι ἔγινε. Τά βόδια ἔσυραν τό ἁμάξι καί σταμάτησαν στήν Κώμη Κεπήρ. Ἐκεῖ ἐναποτέθηκε τό ἅγιο λείψανο καί βρίσκεται μέχρι σήμερα, γιά νά θυμίζει σ' ὅλους τή δύναμη τῆς ἐγκράτειας καί τῆς ἠθικῆς καθαρότητας, τήν ἀνυπέρβλητη δύναμη τῆς ἀρετῆς.

Τήν ἐγκράτεια καί τήν ἠθική καθαρότητα, τήν ἀρετή μέ μία λέξη καλεῖται νά κάμει βίωμα καί σκοπό τῆς ζωῆς του κι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Τό ἀπαιτεῖ ἡ ἔξοδός μας ἀπό τή συμφορά καί τόν ὄλεθρο στόν ὁποῖο μᾶς ἔχουν ρίξει οἱ καταχρήσεις κι οἱ ἠθικές παρεκτροπές τοῦ καιροῦ μας. Τό ζητά ἡ εἰρηνική ζωή πού νοσταλγοῦμε ὅλοι μας. Τό θέλει αὐτό τοῦτο τό συμφέρον μας. Γιατί ὅπως πολύ σοφά τονίζει ὁ μεγάλος της ἐρήμου ἀσκητής, ὁ ἅγιος Ἀντώνιος καί τό μαρτυρεῖ κι ὁ Ἅγιός μας μέ τό παράδειγμά του, «ὁ μέν πλοῦτος καί συλᾶται καί ὑπό τῶν δυνατωτέρων ἁρπάζεται, ἡ δέ ἀρετή τῆς ψυχῆς, μόνη ἐστι κτῆσις ἀσφαλής καί ἀσύλητος καί μετά θάνατον σώζουσα τούς κεκτημένους αὐτήν».

Ἀλήθεια! Μόνη αὐτή καί ὑψώνει καί σώζει.


Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’.
Χαίρει ἔχουσα ἡ Καρπασέων Κώμη λάρνακα τῶν σῶν λειψάνων, παναοίδιμε πάτερ Αὐξέντιε. Ὡς γάρ ποτέ πολεμίους κατήσχυνας, καί τῶν δαιμόνων τό θράσος ἐνίκησας καί κατηύφρανας ἠμᾶς τούς πιστῶς σοί κράζοντας, ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμίν τό μέγα ἔλεος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου